Τρίτη 14 Απριλίου 2009

Ανώμαλη προσγείωση στον καθημερινό εφιάλτη τους

Δεν υπάρχει καλύτερο ηρεμιστικό από το να μοιράζεις το χρόνο σου μεταξύ δύο χωρών. Το μισό χρόνο χαίρεσαι γιατί δεν υποφέρεις τα στραβά της μιας και τον άλλο μισό τα ανάποδα της άλλης. Αυτή η χαιρέκακη ηδονή μπροστά στα δεινά των άλλων, η αποξένωση από τη ζοφερή πραγματικότητα των ντόπιων είναι μάλλον ενστικτώδης αντίδραση προάσπισης της εσωτερικής ηρεμίας.
Θυμάμαι ζούσαμε για χρόνια σε μια μικρή παραλιακή πόλη. Στο κέντρο περίπου υπήρχε και το στοιχειώδες λιμάνι, απαρχαιωμένο αλλά σε μεγάλη χρήση που ως υποδομή παραμένει το ίδιο και τώρα, είκοσι χρόνια μετά. Επειδή τους ανθρώπους πάντοτε τραβούσε το υγρό στοιχείο έτσι κι εμείς οι κάτοικοι προτιμούσαμε τη ζώνη του λιμανιού για κάποιες από τις βόλτες μας. Πολλά κυριακάτικα απογεύματα δειπνούσαμε σε ταβέρνες πίσω από μπαζωμένες προκυμαίες και τους κυματοθραύστες. Η έντονη δυσοσμία των αστικών λυμάτων μας αναστάτωνε όλους όταν βοηθούσε και ο αέρας. Κι έτσι αυτή η ενοχλητική που και που επαφή μας με τη θάλασσα ποτέ δεν μας έγινε μια καθημερινή συνήθεια. Μάλλον απαθώς τα δεχόμασταν όλα αυτά. Δεχόμασταν ότι η πόλη μας και η ζωή μας σε αυτή έπρεπε να υποτάσσεται σε έναν υπέρτερο σκοπό, την απρόσκοπτη διέλευση των κατά καιρούς χρηστών του λιμανιού και όσων κατά ξηρά ταξιδιωτών τη διέσχιζαν για να πάνε κάπου αλλού. Το αντίθετο θα ήταν μάλιστα αδιανόητο ενός είδους παρακώλυση συγκοινωνιών. Όλοι αυτοί έπρεπε να πάνε κάπου κι ας μη ζούσαμε από αυτούς, κι ας μην ωφελούμασταν από τη φευγαλέα παρουσία τους. Οι άνθρωποι, τα αγαθά, ή ρύπανση έπρεπε να υπάρχουν. Έπρεπε γιατί αυτό ανταποκρινόταν στο επίπεδο ανάπτυξής μας τότε. Έπρεπε...
Δε θυμάμαι να ζητήσαμε ποτέ τίποτα, δε θυμάμαι να εξεγερθήκαμε, δε μας απασχολούσε και τόσο που οι άλλοι δε νοιάζονταν για μας επειδή κι εμείς δε νοιαστήκαμε ποτέ για μας τους ίδιους. Δε χάναμε την ευκαιρία να πνίξουμε το μέλλον σε ένα βούρκο πρόχειρων και ληξιπρόθεσμων λύσεων. Ήταν περίπου φυσικό να παίρνεις το ΙΧ, σου την παλιολαμαρίνα σου να κοπανιέσαι σε λακουβόδρομους για 20 λεπτάκια και νάσου στα ταβερνάκια της μαρίνας και του λιμανιού. Έτσι ζούσαμε τότε κάπως υποφερτά θα έλεγα με όλη την εξιδανικευτική θολούρα που προσθέτει ο χρόνος.
Σήμερα ξαναβρεθήκαμε εκεί. Ο μικρόκοσμός μας του 1980 δεν υπάρχει πια, δεν αναγνωρίζεται. Πλήθη και μάζες πολιορκούν το αυτοσχέδιο λιμανάκι, οι διακινητές, αυτών που η εξυπηρέτηση προείχε κάποτε όταν ασκούσαν τα μίζερα και περιθωριακά καθήκοντά τους και που για τις ανάγκες του ρολίσκου τους φορούσαν κάποια τριμένη στολή άλλαξαν. Βαρέθηκαν να είναι οι μίζεροι με την τρύπια στολή, δεν άλλαξαν δουλειά αλλά αποφάσισαν να εξευτελίσουν τις ήδη άθλιες υπηρεσίες τους, να γίνουν εκτός από μίζεροι και περιθωριακοί, διεφθαρμένοι, μίζεροι και περιθωριακοί.
Κι εμείς που ζούσαμε εδώ δεν αναγνωρίζουμε τίποτα από τα παλιά. Η θαλασσά μας καθάρισε με τη γενική μας πρόοδο αλλά οι διεφθαρμένοι και άχρηστοι μας απέκλεισαν και πάλι για χάρη των πελατών τους. Θα θέλαμε να αθλούμαστε τις Κυριακές δίπλα στο κύμα, να βρεχόμαστε στα νερά της θάλασσάς μας. Να δείξουμε κάτι καλό αν τυχόν φιλοξενούσαμε κάποιον. Αλλά δε γίνεται οι άνθρωποι αυτοί πρέπει κάπως να βολευτούν να διακινηθούν, έτσι μας έλεγαν πάντα έτσι πιστεύουμε ως και τώρα.
Όλοι αυτοί που αδιαφορούσαν για μας αλλά επειδή ούτε κι εμείς νοιαστήκαμε ποτέ για τους εαυτούς μας δεν μας πείραζε η αδιαφορία τους άρχισαν να κόπτονται. Είδαν το πρόβλημα και αποφάσισαν ότι η σταθερή κατάσταση, η αδιαφορία είναι η λύση. Έστειλαν εδώ όλες αυτές τις μάζες, έστησαν σκηνικά γκέτο, πλούτισαν αυτούς με την τριμένη στολή. Εμείς οι κάτοικοι ή μάλλον ΟΙ ΚΑΤΟΙΚΟΙ ξέχωρα από ΕΜΕΝΑ μιας και ΕΓΩ δεν ζω τώρα πια εδώ είναι κάπως πειραγμένοι. Δε ζήτησαν ποτέ τίποτα, δε διαμαρτυρήθηκαν ποτέ δε διεκδικησαν να τους βρουν λύση σε οτιδήποτε. Αλλά αυτό τώρα ίσως κάπως παραπάει, διότι δεν είναι μάλλον και το πρέπον όλο αυτό το χώμα που τους έριχναν τόσα χρόνια να τους θάψει τόσο ξαφνικά. Αυτοί που δεν ζήτησαν ποτέ τίποτα να γίνουν η χωματερή αυτών που ποτέ δεν τους ενόχλησαν; Ίσως κάποια στιγμούλα να το ξαναβλέπαμε αυτό, μπορεί ενδεχομένως, παρακαλούν, για λίγη προσοχή, αν δεν ενοχλούν, να τους ακούσουν ένα λεπτάκι, κάποιοι κάπως υπεύθυνοι για όλα αυτά να δώσουν λίγο από το χρόνο τους αυτοί οι κάποιοι, λίγο από τον οπωσδήποτε πολυάσχολο χρόνο τους ένα μικρό προβληματάκι δα, εκείνοι που δεν ζήτησαν τίποτα ζητάνε από κάποιους που δεν άκουσαν ποτέ τίποτα. Μα τελικά πρέπει όλοι αυτοί οι άνθρωποι να εξυπηρετηθούν αυτό προέχει. Εδώ υπάρχει μια επιχείρηση. Μα με το μικρόκοσμό του ο καθένας, σκέφτονται οι κάποιοι! Φτάνει πια. Εξοργίζονται οι κάποιοι και επιστρέφουν στην παντοτινή οπωσδήποτε και κερδοφόρα αδιαφορία τους. Πρέπει οι χρήστες να εξυπηρετηθούν κι εσείς για χάρη τους υπάρχετε λένε τώρα.